Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2015

Ο Δούκας της Βουργουνδίας προτιμάει το ποδήλατο

  Ποδηλατικό χτύπημα από τη Γαλλία... Τη πολιτική ευθύνη την αναλαμβάνει σεσημασμένη φίλη του μπλόγκ γνωστή και ως, «Sister of Mercy».
  Το μουσικό χαλί δικό μας...


Υ.Γ.1 Να υπενθυμίσουμε ότι για όποιον/α θέλει...zwhpodilato@hotmail.com


Σε αντίθεση με τους διαχειριστές αυτής της σελίδες και τακτικούς της (λέμε τώρα) αρθρογράφους, η γράφουσα δεν αναβαίνει στο πετάλι παρά μόνο εάν βρεθεί σε συνθήκες stp, που θα πει ίσιος δρόμος, χωρίς πολλά αυτοκίνητα ή με μεγάλα πεζοδρόμια, και αίθριο καιρό. Στην Αθήνα βρίσκεις το τελευταίο, στη Reims τα δυο πρώτα. Άρα; Άρα ποδήλατο μερικές φορές στη ζωή μου, μετρημένες, άντε, στα δάχτυλα των δυο χεριών.
Κι όμως, κάθε φορά που έχω ανέβει πάνω στην σέλα έχω πάντοτε εισπράξει όλα εκείνα τα εκπληκτικά συναισθήματα που βιώνουν οι αναβάτες της και άλλους τους παραπέμπουν στην παιδική τους ηλικία, άλλους σε ανέμελα καλοκαίρια, άλλους τους βγάζουν εκτός σώματος πόλης... Είναι επομένως απορίας άξιο το γεγονός ότι πάντοτε επιλέγω αντί αυτού του συναισθήματος τη βολή του μετρό, των λεωφορείων ή των ποδιών μου. Έχω ένα ποδήλατο σε καλή κατάσταση, θα μπορούσα πότε πότε να κάνω μια βόλτα μέχρι το γραφείο, μέχρι το πάρκο στην Ακαδημία Πλατωνος... Θα μπορούσα μια Κυριακή να πάρω την Μπουμπού και να πάμε μέχρι την Ακρόπολη.. Θα μπορούσα, αλλά δεν το κάνω. Επιλέγω να μην.
Ανταλλάζεται η γνώριμη θέρμη της καθημερινότητας με διαδικασίες πρωτόγνωρες, ασυνήθιστες, που βάζουν φωτιά στους αυτοματισμούς μας; Κάποιοι το κάνουν χωρίς δεύτερη σκέψη, άλλοι μετά από σκέψη και άλλοι ποτέ. Καθένας με την απόφασή του και τη ζωή του.
Εν πάσει περιπτώσει, πριν δυο εβδομάδες εκπληρώθηκε στη Reims το τρίτο ζητούμενο, δηλαδή ο καιρός (κλιματικής αλλαγής ένεκα, διότι πριν δυο χρόνια είχε ήδη χιόνι μέχρι το γόνατο και πέρσι έκανε τρελό κρύο) και επομένως στα πλαίσια της σχετικής εντιμότητας που τηρώ απέναντι στη ζωή μου, ήμουν οριακά υποχρεωμένη να ανέβω στο ποδήλατο. Όπερ και έπραξα.
Το ποδήλατο αυτό αποτελεί περιουσία του πανεπιστημίου της πόλης, το οποίο χάρισε σε διδάσκοντες και διοικητικό προσωπικό μερικές εκατοντάδες τέτοια για την μετακίνησή τους. Τους έδωσε και δυο λουκέτα κι ένα ωραιότατο καλάθι. Δεν τους άφησε δηλαδή καμία δικαιολογία. Το πήρε λοιπόν και ο καλός μου και το έφερε σπίτι για να βολτάρω.
Όπως έλεγα λοιπόν, ξημερώνοντας η υπέροχη μέρα και μην έχοντας πολλά πράγματα να κάνω στο σπίτι, αποφάσισα να πάρω το ποδήλατο για να κάνω βόλτα στην πόλη. Τα συναισθήματα ιδιαίτερα έντονα για κάτι τόσο απλό: μια μείξη αδημονίας με μεγάλη δόση φόβου και αμηχανίας. Και τώρα ακόμη μου φαίνεται περίεργο που για κάτι τόσο απλό ξεκλείδωσε μέσα μου τέτοια διαδικασία.
Προς λύπη μεγάλη, οι ρόδες του ποδηλάτου ήταν επαρκώς ξεφούσκωτες, γεγονός που αποτελούσε καλότατη αφορμή για να μην ταξιδέψω. ΑΛΛΑ ο προνοητικότατος συζυγούλης είχε εφοδιάσει το ποδήλατο και με τρόμπα (κανονική, όχι τσιπρέικη ή αδωνική). Μετά από μερικά φσατ φσουτ το ποδήλατο ήταν έτοιμο (τουλάχιστον έτσι νόμιζα, αλλά ο Θόδωρος στην συνέχεια του ενεφύσησε ακόμη περισσότερο αέρα, με αποτέλεσμα και το πετάλι να γίνει πιο εύκολο και το λάστιχο να μην κινδυνεύει).




Θέματα που για τους ποδηλάτες είναι λυμένα, όπως, πού και πώς δένω το ποδήλατο, πού παραχώνω το κλειδί για να μην χαθεί, πώς περνάω ένα δρόμο ήπιας διπλής κυκλοφορίας, πώς αποφεύγω την μαντάμ που πετάχτηκε (ή πετάχτηκα;) από τη γωνία, εμένα μού φάνηκαν βουνό... Την απόλαυσα όμως την πρώτη βόλτα. Και τη δεύτερη. Και την τρίτη, οπότε πια είχα αρχίσει να λύνω τα θέματα και να απολαμβάνω το πετάλι.
Η εμπειρία αυτή με το ποδήλατο στη Reims ήταν πολύ χρήσιμη από διάφορες απόψεις. Όχι μόνο στο κομμάτι τις αυτοπαρατήρησης και των σκέψεων, όπου επιδίδονται επιτυχώς οι διαχειριστές, αλλά και στο πρακτικό κομμάτι «κουβαλάω ένα τόνο ψώνια από το σούπερμάρκετ» ή στο «άργησα να πάω να πάρω το παιδί από το σχολείο» (θέματα που οι διαχειριστές της σελίδας δεν θα αντιμετωπίσουν ποτέ, διότι δεν θα χρηματίσουν παντρεμένες γυναίκες).
Ενώ σχεδόν έκλεινα εβδομάδα ποδηλατοδρομιών στην πόλη και πάνω που συνήθιζα τους δρόμους της και τα στενά της, έπρεπε και πάλι να φύγω όχι για την Αθήνα (ο Γ φρόντισε να αλλάξω εισιτήριο) αλλά για την Dijon, την πρωτεύουσα της Βουργουνδίας, όπου ο Θόδωρος θα είχε επί τρεις ημέρες μαθήματα. Όπερ έδει ότι για τρεις μέρες και επί τουλάχιστον δέκα ώρες την ημέρα, θα έπρεπε να βρω έναν τρόπο να την παλέψω σε μια ξένη πόλη (όπου βέβαια είχα ξαναπάει και επομένως δεν είχε πολλά τουριστικά αξιοθέατα) και σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου... Στην τρίωρη διαδρομή προς την πόλη σκεφτόμουν τι δυνατότητες έχω να σκοτώσω κάπως ανώδυνα το χρόνο: βιβλία, βόλτες, βιτρίνες, ψώνια (εννοείται), καφέδες, σερφάρισμα στο ιντερνετ, κανένα τηλέφωνο δεξιά αριστερά πφφφφφφ... Και δεν μου αρέσει καθόλου να είμαι μόνη μου... Δεν πολυέβγαινε αισιοδοξία στο σενάριό μου, αργά ή γρήγορα θα επήρχετο βαρεμάρα και στην συνέχεια γκρίνια και την συνέχεια θα την πλήρωνε ο καημένος ο Θόδωρος.
Πώς θα γινόταν να βρω έναν τρόπο ώστε να κάνω την πόλη λίγο πιο φιλική και τις βόλτες μου λιγότερο τουριστικές; Για να την παλέψω. Τέτοιες σκέψεις με βασάνιζαν μέχρι την στιγμή που την επομένη το πρωί βγήκα από την πόρτα του ξενοδοχείου για να κάνω την πρώτη μου –με μισή καρδιά – μοναχική βόλτα στην πόλη. Κι εκεί, εγένετο θαύμα:
Ο καλός μου, ο Δούκας της Βουργουνδίας, είχε αποφασίσει εν αγνοία μου, να παρατήσει τις άμαξες και τα άλογα και να προκρίνει ως μέσο μετακίνησής του το ποδήλατο! Τόσο πολύ μάλιστα του άρεσε, που για να προτρέψει τους υπηκόους του να το χρησιμοποιούν κι εκείνοι, δημιούργησε 50 σταθμούς ποδηλάτων ανά την πόλη, όπου μπορείς με 3 ευρώ την εβδομάδα να έχεις ποδήλατο για όση ώρα το θες.




Η εξαιρετική αυτή απόφαση της αυτού εξοχότητος του Δούκα της Βουργουνδίας έμελλε να μου αλλάξει τη ζωή (τουλάχιστον για τρεις μέρες). Επιδόθηκα σε ανελέητο πετάλι μέσα στα υπέροχα μεσαιωνικά στενά της ωραίας πρωτεύουσας του δουκάτου της Βουργουνδίας, εξερευνώντας κάθε σπιθαμή του ιστορικού κέντρου της πόλης και νιώθοντας λιγότερο ξένη. Όχι μόνο γιατί ανήκα έστω και για λίγο στην ιδιαίτερη κάστα των ποδηλατών της πόλης, αλλά γιατί εξερευνώντας έφτασα στο σημείο να την μαθαίνω κιόλας. Πού είναι το καλό καφέ, πού είναι το καλό μπρασερί, πού θα βρεις στιλάτα αλλά φθηνά ρούχα, πού είναι το βιβλιοπωλείο...



Καθημερινά περνούσα και μπροστά από την αψίδα στο κέντρο της πόλης όπου οι ντιζοναί άφηναν μικρά ανθύματα ή στέκονταν για λίγο αναλογιζόμενοι τα θύματα του Παρισιού. Οι σκέψεις και τα συναισθήματά μου βλέποντας κάθε μέρα τους ανθρώπους που στέκονταν εκεί και τα σημειώματα που άφηναν είχαν κλιμάκωση σχεδόν ανάλογη προς την οικειότητα που ένιωθα προς την πόλη. Όσο πιο κοντά νιώθεις προς κάτι, άλλωστε, τόσο πιο πολύ σε αφορά.

Φεύγοντας από την Dijon έμεινα με την αίσθηση ότι από κάθε χώρο που περνάμε έστω και για λίγο κάτι παίρνουμε και κάτι αφήνουμε. Εικόνες, συναισθήματα, σκέψεις, αναμνήσεις, ακόμη κι αν είναι μοναχικά, ακόμη κι αν δεν είναι μοναδικά, είναι εντούτοις επισημάνσεις ότι υπήρξες εσύ και υπήρξε ο τόπος. Ορίζεται κάπως έτσι και ο χρόνος και κατά συνέπεια νοηματοδοτείται και η ζωή. Σχετικά τώρα με αυτά που αφήνεις, αφήνεις κύτταρα, αφήνεις ανάσες και αφήνεις πάντοτε σαν χάδι μια σκέψη ότι πέρασες (όμορφα) και εκεί.
Τώρα που κλείνω αυτό το άρθρο σκέφτομαι πόσο διαφορετικές θα ήταν αυτές οι τρεις μέρες εάν ο μεγάλος Δούκας δεν είχε αγαπήσει το ποδήλατο και δεν είχε δημιουργήσει δομή για δημοτικούς ποδηλατοσταθμούς. Σκέφτομαι ποσο διαφορετικά συναισθήματα και ιδέες θα είχα για αυτή την πόλη. Πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή μου.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ζει κανείς. Το ποδήλατο έρχεται όταν θελήσεις να βγεις λίγο στο δρόμο. Είναι ωραίος ο δρόμος. Το είχα ξεχάσει.

Έξω από το παλάτι του Δούκα





Το πιο μπάχαλο κατάστημα της Ευρώπης: ένα μαγαζί που πουλάει συλλεκτικά γραμματόσημα



ΥΓ: Πότε ξέρουμε ότι το λάστιχο είναι καλά φουσκωμένο;
ΥΓ1: Όταν πατάω το μπροστινό φρένο, τρίζει ελεεινά. Τι να κάνω;
ΥΓ2: Αύριο γυρνάω Αθήνα. Επωφελήθηκα μιας ποδηλατοβόλτας κι ας ρίχνει χιονόνερο.

4 σχόλια:

  1. Το λάστιχο το ελέγχουμε αν είναι καλά φουσκωμένο με δύο τρόπους... 1ος «Ο Επιστημονικός»: Βάζουμε αέρα στο λάστιχο από βενζινάδικο και κοιτάμε στο μανόμετρο η πίεση να είναι ίδια με αυτή που δίνει ο κατασκευαστείς και αναγράφεται πάνω στο λάστιχο μας στο πλάι του σε μονάδες psi ή bar. 2ος «Ο Εμπειρικός»: Βάζουμε αέρα στο λάστιχο και το ελέγχουμε πιέζοντας με τον αντίχειρα μας μέχρι αυτό να γίνει σχεδόν πέτρα και πριν ακουστεί το μπάμ! Το μπροστινό φρένο τρίζει μάλλον για δύο λόγους, αρχικά δεν έχουν «στρώσει» τα τακάκια και συνέχεια ίσως να θέλει λίγο λαδάκι το κινητό μέρος του φρένου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Φανταστικό κείμενο!!! Πόσο γούσταρα!!!!
    Ευρωπαικό επίπεδο να πούμε... Champions League!!! Άντε και στα δικά μας κοντούλη!!!
    Όχι μόνο Σούνια, Μαραθώνες και Χαλκίδες... Και λίγο Ισπανία να πούμε!!!

    Βασούλα, σε πολλά σημεία του κειμένου που περιγράφεις τα συναισθήματα και τα ερεθίσματα που σου έδινε το πετάλι μέσα στην πόλη, σε ένιωσα απόλυτα! Δεν μπορώ να συμφωνήσω παραπάνω... Είναι ωραίο το πετάλι, είναι ωραίος ο δρόμος...

    Το λάστιχο είναι καλά φουσκωμένο όταν ανεβαίνεις πάνω στο ποδήλατο, ασκείς πίεση και το βλέπεις να μην 'κάθεται' αρκετά. Η λιγότερη πίεση στο ελαστικό έχει συνέπειες με κυριότερη ότι θέλεις περισσότερο κόπο για να τσουλήσεις. Η παραπάνω πίεση δεν έχει και πολλά προβλήματα. Η σαμπρέλα δεν είναι και κάνα μπαλόνι να σκάσει μόλις δεχθεί λίγο περισσότερο αέρα. Με μέτρο πάντα όμως, έτσι?
    Αν το τρίξιμο του φρένου δημιουργείται από τις τριβές ανάμεσα στο τακάκι και τη ρόδα, μπορεί να δωθεί λύση αν τρίψεις ελαφριά με γυαλόχαρτο το τακάκι, ώστε να γίνει λίγο πιο τραχιά η επιφάνεια του!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Όχι και δεν είναι κανά μπαλόνι η σαμπρέλα... Θυμάσαι εκείνη τη μέρα στο Μεταξουργείο τα δύο "μπάμ" που έφαγα στα καλά του καθουμένου... Ευτυχώς που το δεύτερο το έπαθα όσο ήμασταν παρεού και εξιλεώθηκα για την αλήθεια της ιστορίας!χαχαχα
    Υ.Γ.1 Αν δεν είναι Ισπανία ας είναι τα βουνά του Μεξικό. Πάντως κάτι πρέπει να είναι...
    Υ.Γ.2 « Όσο πιο κοντά νιώθεις προς κάτι, άλλωστε, τόσο πιο πολύ σε αφορά.» Το κρατάω γιατί μου έδωσε να καταλάβω το πόσο κοντά έχω έρθει με την Αθήνα μέσα σε όλα αυτά τα 5 χρόνια ποδηλάτου που δεν το είχα πάρει χαμπάρι και ταυτόχρονα μου εξηγήθηκε ο τρόπος που οι αισθήσεις μου διαμορφώνουν άποψη γιαυτό το περιβάλλον. Άλλη πόλη ζεις όταν τη περπατάς, όταν τη ποδηλατείς, όταν κινείσαι με τα μέσα ή επιλέγεις αυτοκίνητο και μηχανή.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Sister of Mercy26/11/15 15:55

    Παίδες, σας ευχαριστώ και τους δυο για τις συμβουλές. Θα το ισιώσω το ποδηλατάκι όταν ανέβω πάλι και θα σας πω εντυπώσεις.

    Σταύρο, μη νομίζεις, από ένα σημείο κι έπειτα οι πόλεις της Ευρώπης του Βορρά μοιάζουν πολύ μεταξύ τους. Ο Μεσαίωνας ήταν ο ίδιος παντού... Το ίδιο και οι δυο Παγκόσμιοι Πόλεμοι (αυτές είναι οι ιστορικές συνθήκες που επηρέασαν κατά βάση την οικιστική ανάπτυξη και την αρχιτεκτονική).

    Η Μεσόγειος είναι αυτή που διαφοροποιεί και την Ιστορία και τις πόλεις. Είμαστε τυχεροί που ζούμε μεσογειακά..

    Σπυράκο, η Αθήνα είναι απίστευτη πόλη. Απίστευτη. Κάθε φορά που θα επιστρέφω, αυτό θα λέω. Υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι αντέχεις να ζεις έτσι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή